Editorial
Μὲ τὸ πρῶτο, πανηγυρικό, τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ «Ἀνάλεκτα Σταγῶν καὶ Μετεώρων – Analecta Stagorum et Meteororum» ἡ Ἀκαδημία Θεολογικῶν καὶ Ἱστορικῶν Μελετῶν Ἁγίων Μετεώρων φιλοδοξεῖ νὰ διανοίξει νέες ἀτραποὺς στὶς μετεωρικὲς σπουδές, μὲ πυξίδα τὴ διεπιστημονικότητα καὶ τὸ θεματικὸ πλοῦτο.
Τὸ κυρίως μέρος τοῦ τεύχους ἀνοίγει μὲ τὸ ἄρθρο τοῦ Brendan Osswald, διὰ τοῦ ὁποίου ὁ ἐρευνητὴς ἐπιχειρεῖ συνολικὴ ἀποτίμηση τῶν ἔργων καὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ βασιλέα τῆς Θεσσαλίας Συμεὼν Οὐρέση Παλαιολόγου. Πρόκειται γιὰ τὴν ἐκτενέστερη προσωπογραφικὴ μελέτη ὥς τώρα μὲ θέμα τὸν Σέρβο ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος εἴχε κυρίαρχο ρόλο τόσο στὰ πολιτικὰ πράγματα τῆς μεσαιωνικῆς Θεσσαλίας ὅσο καὶ στὴ δημιουργία καὶ ἐνίσχυση τῶν Μονῶν τῆς περιοχῆς καὶ ἐντέλει στὴ θέσπιση τοῦ μοναχισμοῦ στοὺς βράχους τῶν Μετεώρων κατὰ τὸν 14ο αἰώνα. Στὸ ἴδιο πλαίσιο κινεῖται καὶ ἡ ἐργασία τῆς Maja Nikolić, ἡ ὁποία πραγματεύεται τὴν εποχή τῆς Σερβοκρατίας στὴ Θεσσαλία. Ἡ συγγραφέας συγκεντρώνει ὅλες τὶς πηγὲς πάνω στὸ θέμα, παρέχοντας μία εὐσύνοπτη ἱστορία τῆς περιόδου, κατὰ ἡγεμόνα. Ἐν συνεχείᾳ, ὁ Δημήτριος Αγορίτσας μᾶς μεταφέρει στὴν ὀθωμανικὴ ἐποχή μὲ μία ἀκόμη ἐκτενὴ προσωπογραφικὴ μελέτη ποὺ ἔχει ὡς θέμα τοὺς μακαριστοὺς κτίτορες τῆς Μονῆς Βαρλαάμ. Ἡ διεπιστημονικὴ ματιὰ πάνω στὴ βιοτὴ τῶν ἀδελφών Ἀψαράδων μαρτυρεῖ γιὰ τὴν κατάσταση τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ καὶ τὸν ρόλο ποὺ ἔπαιξαν οἱ μετεωρικὲς Μονὲς μέσα στὴ νέα πραγματικότητα. Οἱ ἱστορικὲς μελέτες κλείνουν μὲ τὸ ἄρθρο τῆς Elif Bayraktar Tellan, ἡ ὁποία ἀποκαλύπτει τὴ χρήση τῶν μετεωρικῶν Μονῶν ὡς σωφρονιστικῶν ἱδρυμάτων ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἐντὸς τοῦ ὀθωμανικοῦ νομικοῦ καὶ κοινωνικοῦ πλαισίου. Ἡ μελέτη ἑστιάζει περισσότερο στὸν 18ο αἰώνα, ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία τὸ ἀρχειακὸ ὑλικὸ γίνεται πλουσιότερο καὶ ἡ ὁποία συμπίπτει μὲ σημαντικὲς ἀλλαγὲς στὴ διοίκηση τοῦ Πατριαρχείου.
Ἡ ἑνότητα τῆς τέχνης καὶ τοῦ πνευματικοῦ πολιτισμοῦ στὰ Μετέωρα καὶ τὴν εὐρύτερη ἀνοίγει μὲ τὸ ἄρθρο τῆς Παρασκευῆς Παπαδημητρίου, τὸ ὁποῖο ἀποδίδει βημόθυρο τῆς μονῆς τοῦ Μεγάλου Μετεώρου τοῦ 16ου αἰώνα στὸν Θεοφάνη τὸν Κρητικό. Μὲ προσεκτικὴ συγκριτικὴ ἀνάλυση, ἡ συγγραφέας θέτει σὲ διάλογο τὸ συγκεκριμένο βημόθυρο μὲ ἄλλα ἔργα, τὰ ὁποῖα φιλοτεχνήθηκαν ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ ἐπιφανοῦς ζωγράφου. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἡ μελέτη τοῦ Κωνσταντίνου Βαφειάδη πάνω στὸ ἔργο τοῦ ἴδιου ζωγράφου ἔχει διττὸ χαρακτῆρα: ἀφενὸς σκιαγραφεῖ συνολικὰ τὴν καλλιτεχνικὴ δραστηριότητα τοῦ Θεοφάνη καὶ τῶν συνεργατῶν του στὰ Μετέωρα, καὶ ἐκ παραλλήλου ἀναπτύσσει τὸν προβληματισμό του σχετικὰ μὲ τὰ ὅρια τῆς συμβολῆς τοῦ κρητικοῦ ζωγράφου στὴ μεταβυζαντινὴ ζωγραφική καὶ τὶς σχετικὲς μὲ αὐτὴν παρανοήσεις. Στὴ συνέχεια, ὁ Νικόλαος Βρυζίδης σταχυολογεῖ τὸν κώδικα Τρίκκης ΕΒΕ 1471 γιὰ ἀναφορὲς σὲ ὑφάσματα σὲ μιὰ πρώτη προσπάθεια ἀναπαράστασης τοῦ τοπικοῦ ὑλικοῦ πολιτισμοῦ κατὰ τὸν 17ο καὶ 18ο αἰώνα. Ἡ ὁπτικοποίηση τῆς ἔρευνάς του πραγματοποιεῖται μὲ φωτογραφικὸ ὑλικὸ ἀπὸ τὴ μονὴ τοῦ Μεγάλου Μετεώρου, καθὼς καὶ ἄλλες μοναστηριακὲς καὶ μουσειακὲς συλλογές. Τέλος, τὸ ἄρθρο τῆς Yuliana Boycheva ἐξετάζει σύνολο πρώιμων ρωσικῶν τεχνουργημάτων στὴ μονὴ Παναγίας τῆς Τατάρνας, τόσο ἀπὸ καλλιτεχνικὴ ὅσο καὶ ἀπὸ ἱστορικὴ ἄποψη. Τὸ κυρίως κείμενο συνοδεύεται ἀπὸ παράρτημα-κριτικὴ ἔκδοση τῶν ἑλληνικῶν καὶ σλαβονικῶν ἐπιγραφῶν ποὺ κοσμοῦν τὰ τεχνουργήματα ἀπὸ τὴν εἰδικευμένη φιλόλογο Daria Resh. Ὁ τόμος κλείνει μὲ τὴ μελέτη τοῦ Ἡλία Τεμπέλη, ὁ ὁποῖος φωτίζει ἄγνωστη πτυχὴ τῆς ἱστορίας τῆς ἑλληνικῆς διανόησης καὶ γραμματείας κατὰ τὸν 18ο αἰώνα. Σύμφωνα μὲ τὸν ἐρευνητή, ἡ ἐπανέκδοση Μοσχοπολίτικων ἐκδόσεων, οἱ ὁποῖες σχετίζονται μὲ Ἁγίους τῆς Θεσσαλίας, ἀποκαλύπτει τὴν ἰδεολογικὴ διαμάχη μεταξὺ δύο σημαντικῶν διανοούμενων τῆς ἐποχῆς: τοῦ Σεβαστοῦ Λεοντιάδη καὶ τοῦ Εὐγένιου Βούλγαρη.